- ἀλλοτριοπραγμονέω
- ἀλλοτριο-πραγμονέω,A = -πραγέω, Simp. in Epict.pp.51,113 D.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀλλοτριοπραγμονεῖν — ἀλλοτριοπραγμονέω pres inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀλλοτριοπραγμονοῦσαν — ἀλλοτριοπραγμονέω pres part act fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)